ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΩΝ ΤΕΙΧΩΝ

και των πολιτισμών

Αρχική σελίδα Χρονιές 2015-2016 Εργασίες μαθητών Ένα διαφορετικό τέλος για το «ΓΕΦΥΡΙ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ»

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΗΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

(ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ:ΖΙΩΓΑ ΣΟΦΙΑ)

Παρεμβάσεις μαθητών

Ένα διαφορετικό τέλος για το «ΓΕΦΥΡΙ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ».

γεφύρι-άρτας

I

«Βγάλε με πρωτομάστορα

αλλιώς θα πω κατάρα

για το γιοφύρι το μικρό

που έφτιαξες με λαχτάρα»

Και έφυγε ο πρωτομάστορας

τρεμάμενη η ψυχή του

μην τυχόν καταστραφεί

η κατασκευή του.

Όλη τη νύχτα δυστυχώς

μάτι δεν είχε κλείσει,

γιατί την όμορφη γυνή

στα θεμέλια είχε χτίσει.

Έφθασε έτσι εκεί γοργά

δίχως κανείς να καταλάβει

και γκρέμισε την γέφυρα

τη λυγερή να βγάλει.

Και εκείνη μέσα στη χαρά

πολύ ευτυχισμένη

« Βγάλε με πρωτομάστορα

αλλιώς θα πω κατάρα

για το γιοφύρι το μικρό

που έφτιαξες με λαχτάρα»

Και έφυγε ο πρωτομάστορας

τρεμάμενη η ψυχή του

μην τυχόν καταστραφεί

η κατασκευή του.

Όλη τη νύχτα δυστυχώς

μάτι δεν είχε κλείσει,

γιατί την όμορφη γυνή

στα θεμέλια είχε χτίσει.

Έφθασε έτσι εκεί γοργά

δίχως κανείς να καταλάβει

και γκρέμισε την γέφυρα

τη λυγερή να βγάλει.

Και εκείνη μέσα στη χαρά

πολύ ευτυχισμένη

σκέφτηκε, όμως, πως έπρεπε

να μείνει εγκλωβισμένη.

Ο πρωτομάστορας αρνήθηκε,

την πήρε αγκαλιά,

εξαφανίστηκαν απ'το χωριό

εκείνη τη νυχτιά.

Την επομένη οι μάστορες

ξυπνήσανε να πάνε

να δούνε το γιοφύρι τους

που τόσο αγαπάνε.

Νομίζανε όλοι ,λοιπόν,

πως ήταν τελειωμένο

πού να ήξεραν πως θα το δουν

πάλι κατεστραμμένο.

Όλοι αδιαθέτησαν

και θύμωσαν πολύ.

Ξάφνου εμφανίστηκε

και πάλι το πουλί.

Τους φώναξε τότε με μια

δυνατή λαλιά:

«Αλίμονό σας άνθρωποι,

τι άλλο πια να κάνω;

Είστε απαράδεκτοι

και με το παραπάνω.

Κουράστηκα, βαρέθηκα ,

πάρτε τη γέφυρά σας,

θα είναι όμως πολύ άσχημη

η μοίρα η δικιά σας».

Τελείωσε το λόγο το πουλί

και πέταξε μακριά,

έτσι αποφάσισαν οι μάστορες

να παν στη ξενυχτιά.

Μα θα τους έβρισκε και εκεί

η μοίρα η κακή.

Πήδηξαν όλοι στο ποτάμι

μία και καλή.

(Από την ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΥ ΜΑΡΙΑ,Γ΄2)

ΙΙ

Ένας πηχάει με το σφυρί κι άλλος με τον ασβέστη

παίρνει κι ο πρωτομάστορας και εκείνος.

Λίθο βαρύ δε μπόρεσε να ρίξει στην καλή του.

Μακριά της δε μπορεί να ζει, γιατί την αγαπάει.

Οι δυο μαζί πεθάνανε και χτίστηκε η γέφυρα.

(Aπό την ΕΛΕΝΗ ΤΣΙΓΑΡΑ,Γ΄3)

ΙΙΙ

Του πρωτομάστορα λοιπόν,το ταίρι του το βρήκε

και με μεγάλη του χαρά,στην αγκαλιά του μπήκε.

Τα δάκρυα και οι στεναγμοί το ΄φτιάξαν το γιοφύρι

τι κι αν ματώνουν μάστορες επάνω στο λιοπύρι;

(Από την ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ ΣΤΑΜΑΤΙΑΔΟΥ,Γ΄3)

ΙV

Πουλάκι ξαναέκατσε αντίκρυ στο ποτάμι

κι είπε μ ανθρώπινη μιλιά στον μάστορα τον πρώτο.

"Τη λυγερή που ζήτησα εσένα να τη θάψεις

βγάλ'την αμέσως απο κει μου φτάνει αυτό που είδα,

σ' αξίζει να σ' ο μάστορας ο πρώτος στο γιοφύρι

που πάνω απ' όλα το κοινό συμφερον σ' ενδιαφέρει.

Κι είσ' ικανός τη λυγερή την όμορφη γυναίκα

να θυσιάσεις με σκοπό να σώσεις το γιοφύρι.

(Από τον ΡΑΦΑΗΛ ΤΖΟΥΡΕΛΗ,Γ΄3)

V

Μάστορα μην πικραίνεσαι κι εγώ να πα'σ'το φέρω

εγώ να μπω εγώ να βγω, το δακτυλίδι να βρω.

Και μπήκ' η κυρά λυγερή το δακτυλίδι να ΄βρει

και δύο ώρες πιο μετά το βρίσκει και φωνάζει:

-Αντρούλη μου μη χολοσκάς τα δάκρυα σταμάτα

το δακτυλίδι βρέθηκε σε τούτη εδώ την πλάκα.

ο πρωτομάστορας λοιπόν,δίστασε να την κλείσει

την αγαπούσε αληθινά και ήθελε να τη σώσει.

Καθώς η λυγερή λοιπόν τραβούσε το σχοινάκι

εκόβεται και πέφτει αυτή, χωρίς να καταλάβει.

Φωνές, κραυγές ο μάστορας μα δεν αλλάζει κάτι.

Η μοίρα της την ήθελε νεκρή για το γιοφύρι.

(Aπό την ΠΟΘΗΤΟΥ ΛΙΛΑ,Γ΄3)

VI

...εγώ να μπω κι εγώ να βγω το δαχτυλίδι να βρω. Κι εμπήκε μέσα η Λυγερή με προθυμία μεγάλη, το δαχτυλίδι έψαχνε μα πουθενά εκείνο και τότε ο πρωτομάστορας γυρίζει και της λέει: «Ψέματα σου 'πα Λυγερή, το δαχτυλίδι να το , εσύ όμως κακότυχη ήθελε να 'σαι η μοίρα. Το σπιτικό μας κλείνουμε δω μέσα στο γιοφύρι, γιατί εσύ θα είσαι το καλό θεμέλιό του. Τότε ένας απ' τους μάστορες πετάγεται και λέει: « Βγες από μέσα Λυγερή, κρίμα να φύγεις έτσι, εγώ θα μπω στη θέση σου να γίνει το γιοφύρι». Τ' άκουσε τούτο η Λυγερή και λέει του καλού μάστορα: « Η μοίρα θέλει να 'μαι γω δω μέσα στο γιοφύρι, εσύ έχεις οικογένεια , έχεις παιδιά να θρέψεις». Ο πρωτομάστορας μετά φωνάζοντας της λέει : «Βγες από μέσα Λυγερή, στο σπίτι πίσω τρέχα , πάνε να βγεις το πούλι και ελάτε να με βρείτε». Η Λυγερή αμέσως έτρεξε το ζώο πάει να βρει , πέρασε κάμπους και βουνά και από δυο-τρία λαγκάδια, μα γύρω στο ξημέρωμα γύρισε πίσω σπίτι , με το πουλί στην αγκαλιά τον άντρα πάει να βρει. «Καλώς τη νε κι ας άργησε», γυρίζει και της λέει «Βάλε στα θεμέλια μέσα το πουλί και μπες κι εσύ μαζί του». Μπαίνει,λοιπόν, η Λυγερή ξανά μες το γιοφύρι και τότε ο πρωτομάστορας αρχίζει να την χτίζει. Η Λυγερή του φώναζε μα σημασία καμία, εκείνος όμως σχέδιο είχε ήδη καταστρώσει. Σκάλα της είχε ανοίξει πιο κάτω στο γιοφύρι και το πουλί μετέφερε σ' αυτήν το μήνυμά του: «Έκανα σκάλα που οδηγεί στις δυο τις αδερφές σου, η μία εις τον Δούναβη κι άλλης εις τον Ευφράτη και το ομιλούμενο πουλί εγώ είμαι ο αδερφός σου, μπορούμε εμείς να φύγουμε αφότου πια νυχτώσει». Η Λυγερή από χαρά πλημμυρισμένη ήταν , κάθισε και περίμενε να έρθει πια το βράδυ..

(Από την ΜΑΡΙΑ ΙΟΡΔΑΝΙΔΟΥ Γ'2 )

Το κανάλι μας

youtube