ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΩΝ ΤΕΙΧΩΝ

και των πολιτισμών

Με αφορμή το απόσπασμα «Τα πράγματα στρώνουν περισσότερο» από το μυθιστόρημα «Η εποχή των Υακίνθων» της Τούλας Τίγκα, δίνεται η εργασία: Υποθέστε ότι κρατάτε κι εσείς ημερολόγιο, όπως η ηρωίδα του αποσπάσματος. Καταγράψτε μια ημέρα σας.

 

                                                                                                                                Θεσσαλονίκη, 27-5-2011

Αγαπημένο μου ημερολόγιο,

            Σήμερα πέρασα φανταστικά, παράξενα κι απογοητευτικά μαζί. Όλα άρχισαν, όταν ένας άγνωστος κύριος και μια άγνωστη κυρία,

γύρω στις οχτώ το πρωί, μου χτύπησαν την πόρτα. Πετούσαν στον αέρα κι ο κύριος ήταν ντυμένος στα μπλε, ενώ η κυρία στα πορτοκαλί. Είχα ακούσει φήμες για νεραϊδονονούς, αλλά δεν πίστευα πως ήταν αληθινοί! Μου συστήθηκαν, τους έλεγαν Μαρκ και Στίβυ. Μου ζήτησαν να κάνω μια ευχή, αφού πρώτα είπαν ότι θα είναι οι καινούριες μου νεράιδες. Για να πω την αλήθεια, η λέξη νεράιδα ακούγεται λίγο μωρουδίστικη, γι? αυτό θα τους αποκαλώ μάγους.

            Έτσι, και χωρίς να χάσω λεπτό, ευχήθηκα το καλύτερο πράγμα του κόσμου! Την κολλητή μου, μια πισίνα, ένα τριώροφο σπίτι κι ένα υπέροχο τοπίο να μας τριγυρίζει. Ξαφνικά, βρέθηκα σε μια τεράστια πισίνα σ? ένα μαγευτικό τόπο. Αφού ευχαριστήθηκα το μπάνιο μου κι έξι ώρες χαράς με τους μάγους και την κολλητή μου, ζήτησα τη δεύτερη ευχή. Ζήτησα ένα ταξίδι μεγάλο... ένα ταξίδι, που μόνο εγώ θα μπορούσα να πάω! Και βρέθηκα σε μια πόλη, νομίζω, όπου τα πάντα ήταν σιδερένια! Τα δέντρα, τα ζώα, τα σπίτια, οι άνθρωποι, όλα! Κατευθύνθηκα σε έναν από αυτούς τους σιδερένιους ανθρώπους, όταν, χωρίς να καταλάβω πώς, βρέθηκα σε μια ζούγκλα με μαϊμούδες να τρέχουν, όπου, καθώς έτρεχαν, προκαλούσαν φασαρία κι έτσι άρχισε να μου πονάει το κεφάλι. Όλος αυτός ο σαματάς διακόπηκε, όταν βρέθηκα ξαφνικά σ? ένα άσπρο πελώριο κουτί, όπου όλες οι πλευρές του δεν οδηγούσαν πουθενά! Μετά από δύο λεπτά εξερεύνησης, ακούστηκαν φωνές τρομακτικές κι εμφανίστηκαν δύο μορφές να έρχονται ολοένα και πιο κοντά, γελώντας εκδικητικά! Τρόμαξα πάρα, μα πάρα πολύ κι αμέσως ευχήθηκα να γυρίσω πίσω στο σπίτι μου κι όλα όσα έζησα να σβηστούν.

            Έπειτα από κάτι δέκατα του δευτερολέπτου, γύρισα στο σπίτι κι η ώρα ήταν οχτώ, δηλαδή η ώρα που είχα ξυπνήσει από το κουδούνι. Σαν να μην είχε γίνει τίποτε... Δε θα συγχωρήσω ποτέ τον εαυτό μου που εξαφάνισα τους νεραϊδονονούς μου, έλεγα ξανά και ξανά! Είχα την ευκαιρία που περίμενα μια ζωή ν? αποκτήσω ό,τι ήθελα και την έχασα με μια ευχή! Άρχισα να κλαίω και βγήκα έξω να περιμένω μήπως ο Μαρκ και η Στίβυ ξαναχτυπήσουν την πόρτα, μα άδικος ο κόπος. Έβρεχε κιόλας και είχα γίνει μούσκεμα, αλλά ποτέ δεν ξέρεις..., η ελπίδα, άλλωστε, πεθαίνει τελευταία. Βαθιά στενοχωρημένη και με το κεφάλι σκυφτό, γύρισα στο δωμάτιό μου και μόλις πήγα ν? ανοίξω το φως, πετάχτηκαν μπροστά μου οι μάγοι μου! Η πικραμένη μου καρδιά απελευθερώθηκε κι ο κόμπος στο στομάχι μου λύθηκε. Τους αγκάλιασα σφιχτά και υποσχέθηκα από δω και πέρα να προσέχω τι εύχομαι. Κάναμε ένα πάρτυ καλωσορίσματος και στη συνέχεια ευχήθηκα κάτι που δε θα το μετανιώσω ποτέ. Ευχήθηκα τη σημερινή μέρα, αυτή που ξεκίνησε κάπως περίεργα, που συνεχίστηκε χάλια, αλλά έληξε υπέροχα, τη σημερινή μέρα που συνάντησα τις μαϊμούδες και τους σιδερένιους ανθρώπους, που βρέθηκα σ? αυτό το απέραντο κουτί, απ? το οποίο δεν υπήρχε διέξοδος, αλλά, κυρίως, τη σημερινή μέρα, κατά την οποία γνώρισα τους μάγους-νεραϊδονούς μου, να τη θυμάμαι για πάντα!

            Γι? αυτό, την καταγράφω εδώ, σε σένα, αγαπημένο μου ημερολόγιο κι έτσι δεν πρόκειται ποτέ να ξεχαστεί!

Ευαγγελία Ποθητού, Α3

Το κανάλι μας

youtube