ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΩΝ ΤΕΙΧΩΝ

και των πολιτισμών

Εργασία στη Λογοτεχνία: Σας δίνονται τέσσερις λέξεις: Πριγκίπισσα, γατάκια , αρκούδα, σοκολάτα. Μ? αυτές να φτιάξετε ένα παραμύθι, αφού θυμηθείτε τα χαρακτηριστικά του παραμυθιού. (υπεύθυνη καθηγήτρια: Αιμιλία Τσελέντη)

 Η ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΑ ΑΡΑΜΠΕΛΑ

Κάποτε ζούσε στην Κρυσαλλοχώρα μια πολύ όμορφη πριγκίπισσα. Το όνομά της ήταν Αραμπέλα.

Της Αραμπέλας της άρεσαν πολύ, μα πάρα πολύ τα γλυκά. Κάθε μέρα έτρωγε διάφορα, όπως εκλέρ, παγωτά, τούρτες, καραμέλες, ζαχαρωτά, νουγκατίνες, σιροπιαστά και πολλά άλλα. Βέβαια, το αγαπημένο της γλυκό ήταν η σοκολάτα. Αυτό το γλυκό άρεσε και στο γατάκι της, την Έλλη. Οι δυο τους ταίριαζαν σε όλα!

Μια ηλιόλουστη μέρα η Αραμπέλα και η Έλλη έκαναν βόλτα στο δάσος κοντά στο παλάτι. Καθώς περπατούσαν, πέρασαν από ένα ζαχαροπλαστείο που έβλεπαν για πρώτη φορά. Παραξενεύτηκαν που δεν το είχαν δει πιο πριν. Την ώρα που οι δυο τους έκαναν αυτές τις σκέψεις, η πριγκίπισσα Αραμπέλα σάστισε. Είδε στη βιτρίνα του ζαχαροπλαστείου μια τεράστια και γυαλιστερή σοκολάτα. Έτσι, μπήκε αμέσως μέσα στο ζαχαροπλαστείο. Η Έλλη, όμως, δεν ήθελε, γιατί ήξερε πως κάτι παράξενο συνέβαινε. Η Αραμπέλα περίμενε μέσα στο ζαχαροπλαστείο να έρθει κάποιος να την εξυπηρετήσει. Ξάφνου, εμφανίστηκε μία γριά ζαχαροπλάστης. Ήταν άσχημη και τρομακτική, με μια μεγάλη μύτη. Ούτε ο Πινόκιο δεν είχε τέτοια! Η γριά ρώτησε την Αραμπέλα τι ακριβώς ήθελε. Αυτή της έδειξε τη σοκολάτα και ρώτησε πόσο στοίχιζε. Μυστηριωδώς, η ζαχαροπλάστης της την έδωσε δωρεάν! Η Αραμπέλα ενθουσιάστηκε! Η Έλλη, όμως, ήταν προβληματισμένη. Πώς γίνεται μια γριά ζαχαροπλάστης που έχει το μαγαζί της σε κρυφό μέρος να δίνει δωρεάν γλυκά σε μια ξένη; Όλο το πρωί τη βασάνιζε αυτή η ερώτηση τη γατούλα. Δεν μπορούσε, όμως, να βρει απάντηση.

Το απόγευμα η Αραμπέλα αποφάσισε να φάει αυτή τη θεσπέσια σοκολάτα. Καθώς την έτρωγε, στο στόμα της υπήρχε γλύκα και πίκρα μαζί. Δεν την ένοιαξε, συνέχισε να τρώει. Και επειδή λερώθηκε, όπως κάθε φορά που έτρωγε γλυκό, πήγε ν? αλλάξει ρούχα. Πήγε, λοιπόν, μπροστά στον καθρέφτη κι άρχισε να ντύνεται. Σιγά-σιγά, όμως, μεταμορφωνόταν σε αρκούδα. Τρομοκρατήθηκε πολύ! Τότε η γατούλα Έλλη έλυσε το μυστήριο. Η ζαχαροπλάστης ήταν η γριά μάγισσα, για την οποία βοούσε ολόκληρη η Κρυσταλλοχώρα, καθώς ήταν καταζητούμενη. Έτσι, αποφάσισε να το πει και στην Αραμπέλα. Αυτή, αφού άκουσε τη γατούλα, σκέφτηκε να πάει να βρει τη μάγισσα και να της ζητήσει να λύσει τα μάγια.

Έτσι κι έκανε. Καθώς έβγαινε, όμως, από το παλάτι, την είδαν οι φρουροί κι άρχισαν να την κυνηγάνε. Η Αραμπέλα είχε ξεχάσει πως ήταν αρκούδα, όμως το θυμήθηκε έγκαιρα. Ευτυχώς, μπήκε μέσα στο δάσος κι έτσι οι φρουροί την έχασαν. Η Αραμπέλα άρχισε να ψάχνει μαζί με την Έλλη για το ζαχαροπλαστείο, αλλά δεν το έβρισκαν πουθενά. Το ζαχαροπλαστείο, μαζί με τη μάγισσα είχαν χαθεί. Η Αραμπέλα ήταν πολύ στενοχωρημένη. Θα έμενε, λοιπόν, για πάντα αρκούδα; Η Έλλη προσπάθησε με τα νάζια της να την κάνει να γελάσει, αλλά ήταν άδικος κόπος.

Κάποια στιγμή, εμφανίστηκε ένα παιχνιδιάρικο ξωτικό. Έκανε τούμπες κι έτρεχε πέρα δώθε. Τους συστήθηκε κι είπε ότι το έλεγαν Παιχνιδιαροξωτικούλη Τζιντζεροφαγανούλη, όμως οι περισσότεροι το φώναζαν Πι Τζι. Η πριγκίπισσα το ρώτησε γιατί ήρθε στο δάσος κι ο Πι Τζι της έδωσε μια πολύ ευχάριστη απάντηση. Της είπε πως ήρθε, για να τη βρει και να της δώσει ένα γρίφο με τον οποίο θα λυθούν τα μάγια. Η Αραμπέλα κι η Έλλη ήταν όλες αυτιά. Ο γρίφος έλεγε:

«Λάμπει ψηλά, μα δεν είναι μακριά
κόσμο βοηθά, μα δε μιλά
την ημέρα κοιμάται, μα το βράδυ ξαγρυπνά».

Επίσης, ο Πι Τζι είπε στην Έλλη και την Αραμπέλα να βρούνε την απάντηση στο γρίφο μέχρι τα μεσάνυχτα της επόμενης μέρας. Αφού είπε αυτά ο Πι Τζι, έφυγε.

Η Αραμπέλα ανησύχησε. Πώς θα έβρισκε το γρίφο; Αν δεν τα κατάφερνε; Η χαρά που της είχε δώσει ο Πι Τζι σβήστηκε από τα πρόσωπό της, μια που τη βασάνιζαν αυτά τα ερωτήματα. Δυστυχώς, ούτε η Έλλη μπορούσε να λύσει το γρίφο, αν και ήταν η πιο έξυπνη γάτα. Το βράδυ έφτασε και οι δυο τους κοιμήθηκαν στο δάσος.

Την επόμενη μέρα, η πριγκίπισσα κι η γατούλα της προσπαθούσαν να δώσουν απάντηση στο γρίφο. Τι μπορούσε να είναι; Έφτασε μεσημέρι και δεν είχαν βρει, ακόμα, τίποτε. Σαν να μην έφτανε αυτό, τα μάγια δυνάμωναν. Τώρα πια, η Αραμπέλα δεν ήταν μόνο εξωτερικά αρκούδα, αλλά συμπεριφερόταν και σαν τέτοια. Η ζωή της Αραμπέλας βασιζόταν, λοιπόν, μόνο στη γατούλα Έλλη. Είχε φτάσει το απόγευμα και τότε η Έλλη έλυσε το γρίφο. Η απάντηση ήταν: ?φάρος?. Το μόνο που έλειπε ήταν να κάνει την Αραμπέλα να πει τη λέξη αυτή, πράγμα πολύ δύσκολο.

Τα μεσάνυχτα πλησίαζαν και χάρη στις πολλές και μεγάλες προσπάθειες της Έλλης, η Αραμπέλα είπε τη λέξη ?φάρος?. Τότε, εμφανίστηκε ο Πι Τζι κι έλυσε τα μάγια. Η Αραμπέλα ήταν πολύ χαρούμενη! Ευχαρίστησε τον Πι Τζι κι εκείνος έφυγε.

Η Έλλη και η Αραμπέλα, λοιπόν, πήραν το δρόμο για το παλάτι. Οι γονείς της πριγκίπισσας είχαν ανησυχήσει πολύ, όμως ανακουφίστηκαν μόλις την είδαν σώα κι αβλαβή. Έτσι, έκαναν όλοι μια αγκαλιά, μαζί με την Έλλη, κι έζησαν για πάντα ευτυχισμένοι και χωρίς προβλήματα. Τι έγινε, όμως, με τη μάγισσα; Πού είχε πάει; Δυστυχώς ή ευτυχώς δεν την ξαναείδε ποτέ κανένας... κι έτσι τέλος καλό, όλα καλά!

Μαρία Παπαγγέλου, Α2

Το κανάλι μας

youtube