Η ρωμαϊκή αγορά βρίσκεται στο κέντρο της πόλης, νότια του ναού του Αγίου Δημητρίου και ΒΑ της Παναγίας Χαλκέων, ανάμεσα στις οδούς Ολύμπου, Αγνώστου Στρατιώτου, Φιλίπου και Μακεδονικής Αμύνης.

Όπως ήδη δηλώνεται από την ονομασία της πρόκειται για αγορά που κατασκευάστηκε από τους Ρωμαίους, προφανώς στην ίδια θέση που θα βρισκόταν και η ελληνιστική αγορά, την οποία θα είχαν καταστρέψει οι Ρωμαίοι με την κατάκτηση της πόλης. Η έκτασή της ήταν πολύ μεγαλύτερη από αυτή που σήμερα είναι ανασκαμμένη, φτάνοντας προς νότο μέχρι τη σημερινή Εγνατία, με την είσοδό της να ορθώνεται στη θέση του αγάλματος του Ελευθέριου Βενιζέλου, αλλά και προς τα δυτικά, με την άκρη της να χάνεται κάτω από τις οικοδομές που έχουν κτιστεί πέρα από την οδό Μακεδονικής Αμύνης. 

Άρχισε να κατασκευάζεται γύρω στα μέσα του 1ου αι. σε δύο άνδηρα, λόγω της κλίσης του εδάφους, με δρόμο ανάμεσά τους. Και τα δύο επίπεδα περιλάμβαναν από μια πλατεία με στοές και καταστήματα. Η νότια πλατεία ήταν η μεγαλύτερη, η κυρίως Αγορά, η «Μεγαλοφόρος» των Βυζαντινών και θα πρέπει να επικοινωνούσε με την πάνω πλατεία με μνημειώδη κλίμακα. Στη βόρεια, που σήμερα είναι ανασκαμμένο, η μαρμαροστρωμένη πλατεία έχει μήκος 145 μ. και πλάτος 90 μ. περιλάμβανε διώροφη στοά σε σχήμα Π με κίονες κορινθιακού ρυθμού στο ισόγειο και ιωνικού στον όροφο, ενώ στο βάθος υπήρχε μια ζώνη με διάφορα δωμάτια. Στη νότια πλευρά της αγοράς και εξαιτίας της φυσικής κλίσης του εδάφους κατασκευάστηκε διπλή ημιυπόγεια θολοσκεπής στοά (cryptoporticus), η οποία στήριζε την κανονική κορινθιακή στοά. Πιθανόν λειτουργούσε ως δημόσια αποθήκη, ενώ αργότερα χρησιμοποιήθηκε ως αποθήκη των καταστημάτων της αγοράς. Τα καταστήματα που υπήρχαν είχαν σχεδιαστεί ήδη από την πρώτη οικοδομική φάση της αγοράς, ωστόσο κατασκευάστηκαν στη δεύτερη φάση της. Από τις στοές έχει αποκαλυφθεί η νότια και η ανατολική, από την οποία έχει σωθεί και το ψηφιδωτό δάπεδο. Στην ανατολική άκρη της πλατείας διασώζεται το νομισματοκοπείο, το ωδείο και το αρχείο εγγράφων, ενώ στη ΝΑ υπήρχε και λουτρό, όπως φαίνεται από τα λείψανα της αίθουσας εφίδρωσης.

Τμήμα της στοάς θα πρέπει να αποτελούσε η διώροφη στοά με κίονες και τέσσερις ανάγλυφους στις δύο όψεις πεσσούς, στους οποίους παριστάνονταν ο Διόνυσος με την Αύρα (εικ. 1) μια Μαινάδα με τη Νίκη (εικ. 2), η Αριάδνη κι ένας από τους Διόσκουρους (εικ. 3), ο Γανυμήδης και η Λήδα (εικ. 4). Τα ανάγλυφα  είναι γνωστά ως «είδωλα» ή «μαγεμένες» ή με την εβραϊκή «Las Incantadas» (αφού ήταν μέρος της αυλής ενός εβραϊκού σπιτιού). Το 1864 ο γάλλος Em. Miller, τα αφαίρεσε και τα μετέφερε στο Παρίσι, στο Μουσείο του Λούβρου, όπου φιλοξενούνται ως σήμερα.

Το Ωδείο

Στα ανατολικά της πλατείας, σε πρώτη φάση, είχε κτιστεί ένα ορθογώνιο κτίριο, που θα πρέπει να λειτουργούσε ως Βουλετήριο, πλαισιωμένο από τέσσερις αίθουσες στην κάθε πλευρά. Κατά τον 2ο αι. κατασκευάζεται το Ωδείο που καταλαμβάνει τον χώρο του βουλευτηρίου και δύο διπλανές αίθουσες. Έτσι, εκτός από την κάλυψη των διοικητικών και εμπορικών αναγκών, ο χώρος αποκτά και και μια στέγη για καλλιτεχνικές εκδηλώσεις.

Στον 3ο αιώνα μ.Χ. το ωδείο ανακαινίζεται και μεγαλώνει. Αφαιρούνται οι πρώτες έξι σειρές κερκίδων, για να μεγαλώσει η ορχήστρα, και ανυψώνεται το επίπεδό της κατά 1 μ.. Με την ανύψωση της ορχήστρας ανυψώνεται και η σκηνή, ώστε να φτάσει στο επίπεδο των θεατών της πρώτης σειράς. Επειδή το ωδείο είναι μέρος ενός κτιριακού συγκροτήματος και δεν είναι δυνατή η πρόσβαση πλάγια του κοίλου, και οι πέντε είσοδοι, θεατών και ηθοποιών, τοποθετήθηκαν στην πρόσοψη του συγκροτήματος. Οι δύο ακραίες προορίζονταν για τους ηθοποιούς, ενώ οι θεατές χρησιμοποιούσαν τις τρεις ενδιάμεσες, οι οποίες οδηγούσαν σε έναν χώρο κάτω από το δάπεδο της σκηνής και στη συνέχεια μέσω κλιμάκων έφταναν στο κοίλο. Στα μέσα περίπου του 4ου αιώνα αποφασίστηκε η επέκταση του ωδείου. Κατασκευάστηκε δακτύλιος, ο οποίος περιβάλλει το υπάρχον κοίλο, πλάτους 15 μ. ως υποδομή του νέου κοίλου. Ανυψώθηκε η σκηνή, φτάνοντας τα υπέρθυρα των εισόδων, και επεκτάθηκε, καταλαμβάνοντας το αντίστοιχο τμήμα της εσωτερικής στοάς της Αγοράς. Ταυτόχρονα έκλεισαν οι τρεις κεντρικές είσοδοι του κοινού και κατασκευάστηκαν δύο κλιμακοστάσια στους διπλανούς χώρους, που οδηγούσαν στο κεντρικό διάζωμα του κοίλου. Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά δεδομένα, η φάση αυτή δεν ολοκληρώθηκε. Στο τέλος του 4ου αιώνα μ.Χ. αρχίζει η μετατόπιση του κέντρους της πόλης ανατολικότερα με αποτέλεσμα την εγκατάλειψη της Ρωμαϊκής Αγοράς και το ωδείο μετατρέπεται, μετά τις απαραίτητες εργασίες, σε χοάνη υποδοχής και συλλογής ομβρίων υδάτων.

Γύρω από την αγορά βρίσκονταν το Γυμνάσιο, το λουτρό όπου μαρτύρησε ο Άγιος Δημήτριος -τμήμα του οποίου αποτελεί η Κρύπτη κάτω από το Ιερό του ναού του Αγίου Δημητρίου-, τα Ιερά της πόλης, -στο δυτικό τμήμα της Αγοράς-, η Βιβλιοθήκη, στη γωνία των οδών Ολύμπου και Αγνώστου Στρατιώτου κ.ά. Με τις ανασκαφές έχουν βρεθεί και πλήθος αγαλμάτων που φυλάσσονται είτε στο Μουσείο της Ρωμαϊκής Αγοράς είτε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.

 

 

Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ ooounesco2

 


 

Βιβλιογραφία-Δικτυογραφία
Ε. Κουρκουτίδου-Νικολαΐδου και Α. Τούρτα, Περίπατοι στη Βυζαντινή Θεσσαλονίκη, εκδ. ΚΑΠΟΝ, Αθήνα, 1997
Ν. Κ. Μουτσόπουλος (εποπτεία έκδ.) Θεσσαλονίκη, Ιστορία της Πόλης και του Δήμου, εκδ. Αλέξανδρος, 2002
Απόστολος Παπαγιανόπουλος, Ιστορία της Θεσσαλονίκης, εκδ. Ρέκος
Ωδείο Ρωμαϊκής Αγοράς, Υπουργείο Πολιτισμού
Ρωμαϊκή Αγορά, Βικιπαίδεια
Ρωμαϊκή Αγορά Βικιμίντια.