Ο Γάιος Γαλέριος Βαλέριος Μαξιμιανός το 293 μ.Χ., κατά τη διάρκεια της τετραρχίας, ήταν καίσαρας της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας στη Βαλκανική με έδρα το Σίρμιο (Μιτρόβιτσα). Το 298 μ.Χ. ολοκλήρωσε την εκστρατεία του κατά των Περσών νικώντας το βασιλιά τους Ναρσή στην Αρμενία. Μετά τη σημαντική αυτή νίκη επέστρεψε στη Βαλκανική (299 μ.Χ.), και όρισε ως έδρα του τη Θεσσαλονίκη. Σύμφωνα με τους περισσότερους ερευνητές η πόλη υπήρξε έδρα του Γαλέριου για δύο χρονικές περιόδους, από το 298 μ.Χ. μέχρι το 303 μ.Χ. και από το 308 μ.Χ. μέχρι τον θάνατό το 311 μ.Χ.. Μετά τον θάνατο του Διοκλητιανού έγινε αύγουστος, κύριος όλου του ανατολικού τμήματος της αυτοκρατορίας. 

Ο Γαλέριος κάνοντας τη Θεσσαλονίκη πρωτεύουσά του την κόσμησε, κατά το ρωμαϊκό πρότυπο, με λαμπρά έργα, όπως ιερά, δημόσια κτίρια, πομπικές οδούς και ένα τεράστιο συγκρότημα σε δύο οικοδομικά σύνολα με ογκώδη οικοδομήματα που εκτεινόντουσαν στο νοτιοανατολικό τμήμα της αρχαίας πόλης από τη θάλασσα (σημερινή οδός Μητροπόλεως) ως τη Ροτόντα. Κύρια μέρη του συγκροτήματος ήταν στο βόρειο σύνολο η Ροτόντα και στο νότιο η «Αψιδωτή αίθουσα», και τα οικοδομήματα του αρχαιολογικού χώρου της πλατείας Ναυαρίνου δηλ. η Βασιλική, η κεντρική κτιριακή ενότητα, ένα διώροφο κτίριο, τα λουτρά και Οκτάγωνο). Συνδετικός κρίκος των δύο συνόλων ήταν η Θριαμβική Αψίδα. Δίπλα στο συγκρότημα, στην ανατολική πλευρά, στήθηκε και ο Ιππόδρομος. Τέλος, στη ΝΑ γωνία δημιουργήθηκε και ειδικό λιμάνι.

Η «Αψιδωτή αίθουσα»

Η αψιδωτή αίθουσα, τα οικοδομικά κατάλοιπα της οποίας διατηρούνται στον πεζόδρομο Δ. Γούναρη μεταξύ των οδών Α. Σβώλου και Ι. Μιχαήλ ήταν πιθανόν το τελευταίο προς βορρά κτίριο του ανακτόρου. Είχε αρχικά τη μορφή βασιλικής, ορθογώνιας δηλαδή αίθουσας με αψίδα στη βόρεια πλευρά. Εσωτερικά χωριζόταν σε δύο χώρους που επικοινωνούσαν μεταξύ τους: έναν ορθογώνιο προθάλαμο και μία μεγάλη αίθουσα, η οποία στη νότια πλευρά έφερε δύο κόγχες, ενώ προς βορρά κατέληγε στην υπερυψωμένη αψίδα. Οι δύο χώροι έφεραν πλούσιο διάκοσμο ο οποίος σήμερα σώζεται αποσπασματικά.

Η Βασιλική

Η Βασιλική ήταν ένα μεγαλοπρεπές κτίριο, το οποίο λειτουργούσε ως αίθουσα υποδοχής και ακροάσεων. Η κάτοψή της ήταν ορθογώνια με ημικυκλική αψίδα στη νότια πλευρά και προθάλαμο με ψηφιδωτό δάπεδο στη βόρεια. Οι εξωτερικές διαστάσεις του κτιρίου ήταν 24x67 μ., το ύψος του περίπου 30 μ. και καλυπτόταν με στέγη. Εσωτερικά η Βασιλική ήταν μονόκλιτη και οι τοίχοι της ήταν επενδεδυμένοι με μάρμαρα. Το δάπεδο της αψίδας, με εξαίρεση το βόρειο τμήμα της που ήταν στρωμένο με μαρμάρινες πλάκες, έφερε ψηφιδωτό το οποίο διατηρείται μέχρι σήμερα. Από τους μελετητές έχει προταθεί ότι αποτελούσε ναό των Καβείρων, τρικλίνιο –δηλαδή αίθουσα συμποσίων, ή ακόμη αίθουσα που συνδεόταν με τις τελετές στον γειτονικό Ιππόδρομο όταν ήταν παρών ο αυτοκράτορας. Είναι αξιοσημείωτο ότι έχει προταθεί η ύπαρξη μιας μεγάλης πλατείας ανάμεσα στην Αψιδωτή αίθουσα και στο Θριαμβικό τόξο, που αναφέρεται παρακάτω.

Κεντρική κτιριακή ενότητα

Βρίσκεται βόρεια του Οκταγώνου και των λουτρών και δυτικά της Βασιλικής και κτίστηκε στη θέση παλαιότερων πολυτελών οικιών του 2ου-3ου αι. μ. Χ. Πρόκειται για ένα συγκρότημα ένδεκα δωματίων που οργανώνονται γύρω από τις τρεις πλευρές μιας περίστυλης αυλής. Γύρω από το κτίριο υπήρχαν στεγασμένοι διάδρομοι, που ήταν στρωμένοι με ψηφιδωτά δάπεδα. Όλο το συγκρότημα παλαιότερα είχε σχετιστεί με την αυτοκρατορική κατοικία.

Το διώροφο κτίριο

Κατασκευάστηκε στον υπαίθριο χώρο ανάμεσα στην κεντρική κτιριακή ενότητα και τη Βασιλική. Χρησίμευε ωε δεξαμενή που μάζευε τα νερά της βροχής από τη στέγη της Βασιλικής και τον ανατολικό διάδρομο της κεντρικής ενότητας. Χρονολογείται από το τέλος του 5ου αιώνα μέχρι το πρώτο μισό του 7ου.

Τα λουτρά

Βρίσκονται νότια της κεντρικής κτιριακής ενότητας και ανατολικά του Οκταγώνου. Σήμερα διατηρούνται εν μέρει και κατά τη διάρκεια της λειτουργίας τους δέχτηκαν πολλές επεμβάσεις.

Το Οκτάγωνο

Οκτάγωνο ονομάστηκε το μεγάλο διώροφο οκταγωνικό κτίσμα, που αποκαλύφθηκε ερειπωμένο στη νοτιοδυτική γωνία του ανακτόρου του Γαλερίου• έχει εσωτερική διάμετρο 30 μ., κόγχες στις εφτά πλευρές και την κύρια είσοδο στην όγδοη. Χτίστηκε, μάλλον συγχρόνως με το ανάκτορο ή αμέσως μετά από εκείνο και ήταν αίθουσα θρόνου ή ακροάσεων. Στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου μετατράπηκε σε ναό, στον οποίο περίπου στο τέλος του 5ου αιώνα προστέθηκαν προσκτίσματα. Στο Οκτάγωνο βρέθηκε μεγάλο μαρμάρινο τόξο, γνωστό με το συμβατικό όνομα «Το μικρό τόξο του Γαλέριου», διακοσμημένο με ανάγλυφα μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται η προσωποποιημένη «Τύχη» της Θεσσαλονίκης με στέμμα και ο Γαλέριος (εικόνα).

Υποστηρίχθηκε ότι το Οκτάγωνο χρησιμοποιήθηκε ως μητρόπολη Θεσσαλονίκης και ότι πάνω στα ερείπιά του ο πορθητής της Θεσσαλονίκης Μουράτ Β΄ έχτισε το Λευκό Τέμενος (Ακτσέ Μετζήτ), μαζί με συγκρότημα μεντρεσέ, σχολείο και τεκέ το οποίο όμως λειτούργησε μέχρι περίπου τα μέσα του 17ου αιώνα, οπότε καταστράφηκε από πυρκαγιά και στη θέση του κτίστηκε άλλο μικρότερο με την ίδια ονομασία.

Ο Ιππόδρομος

Ο ρωμαϊκός Ιππόδρομος βρισκόταν στη σημερινή πλατεία Ιπποδρομίου. Κάλυπτε έκταση 30.000 τ.μ. και είχε μήκος 400 μ. Σε αυτόν το 390 οι Γότθοι μισθοφόροι στρατιώτες του Μ. Θεοδόσιου κατέσφαξαν 7.000 Θεσσαλονικείς και από τότε έπαψε να λειτουργεί.

Η Αψίδα του Γαλερίου (Καμάρα)

Η Αψίδα του Γαλερίου ή ορθότερα ό,τι έχει απομείνει από εκείνη, γνωστή ως Καμάρα, στήθηκε ως μεγαλοπρεπής θριαμβική αψίδα του Γαλερίου για τις νίκες του εναντίον των Περσών και ανήκε στο ανακτορικό συγκρότημα, στη διασταύρωση της πομπικής οδού, που οδηγούσε από το Γαλεριανό συγκρότημα στη Ροτόντα, με τον κύριο οδικό άξονα της πόλης, τη σημερινή Εγνατία, την Via Reggia των Ρωμαίων ή τη Λεωφόρο των Βυζαντινών. Είναι έργο του τέλους του 3ου ή των αρχών του 4ου αιώνα.

Η Αψίδα στην αρχική μορφή της ήταν μνημειακό τετράπυλο με οχτώ μεγάλους πεσσούς, με τις δύο πύλες στην Εγνατία οδό και τις άλλες δύο στην πομπική οδό ανακτόρων - Ροτόντας. Η πομπική οδός πριν από την αψίδα σχημάτιζε μεγαλοπρεπή αίθουσα - πρόπυλο με ψηφιδωτό δάπεδο και συνέχιζε μετά από την αψίδα μέχρι τη Ροτόντα με μνημειακή κιονοστοιχία. Οι τέσσερις κεντρικοί πεσσοί ενωμένοι με τόξα στήριζαν θόλο ύψους 21 μ. Καμάρες κάλυπταν τα ακραία τμήματα της Αψίδας. Οι πεσσοί ήταν διακοσμημένοι με ανάγλυφα.

Από το μνημείο διατηρούνται, σχεδόν, μόνο οι δύο δυτικοί κεντρικοί πεσσοί. Σ' αυτούς ο καλλιτέχνης σε επενδυμένες ανάγλυφες παραστάσεις απαθανάτισε τις νίκες του Γαλερίου εναντίων των Περσών (297) και τα επινίκιεια. Πολεμικές σκηνές με συγκρούσεις, ιππομαχίες, πολιορκίες, νίκες, θρίαμβοι, τελετές και θυσίες εικονίζονται στα ανάγλυφα αυτά σε τέσσερις ζώνες χωρισμένες μεταξύ τους με ανάγλυφα άνθη, κλαδιά κ.α. Σε μία από τις παραστάσεις εικονίζεται ο Γαλέριος με τους άλλους τρεις ηγέτες της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, τον Διοκητιανό, τον Μαξιμίνο και τον Κωνστάντιο τον Χλωρό.

Κατά την Τουρκοκρατία γύρω από την Καμάρα εκτείνονταν οι συνοικίες των Ελλήνων. Κάτω από την Καμάρα περνούσε και το τραμ, μέχρι την κατάργησή του το 1957. Σήμερα η Καμάρα για τους κατοίκους της πόλης αποτελεί χώρο συνάντησης αλλά και πολιτικών συγκεντρώσεων. Δυστυχώς, η περιβαλλοντική μόλυνση έχει φθείρει σε σημαντικό βαθμό τις ανάγλυφες παραστάσεις.

Ροτόντα

Η Ροτόντα είναι κυκλικό στη βάση και επιβλητικό στο σύνολό του ρωμαϊκό μνημείο, χτισμένο στις αρχές του 4ου αι. μ.Χ. και αποτελούσε μέρος του Γαλεριανού συγκροτήματος. Δεν έχει διαπιστωθεί αν το κτίσμα προοριζόταν ως μαυσωλείο για τον ιδρυτή του ή πάνθεο ή ναό αφιερωμένο στους Καβείριους ή στον Δία – προστάτη των δύο τετραρχών, του Διοκλητιανού και του Γαλερίου. Η τελευταία εκδοχή είναι η επικρατέστερη, εξάλλου ο Γαλέριος τάφηκε μακριά από την Θεσσαλονίκη.

Το κτίριο υψώθηκε μέσα σ' έναν ευρύχωρο περίβολο που κατέληγε ανατολικά και δυτικά σε εξέδρες. Το κυκλικό σχήμα του —μοναδικό στην Ελλάδα— το συσχετίζει με το Πάνθεον του Αγρίππα στη Ρώμη. Η διάμετρος του εσωτερικά είναι 24,50 μ. και το ύψος του 29,80μ. Το πάχος των τοίχων στη βάση είναι 6,30 μ. και σ' αυτή σχηματίζονται εσωτερικά οκτώ κόγχες. Ψηλότερα υπάρχουν οκτώ τοξωτά παράθυρα και στη βάση του θόλου άλλοι οκτώ φεγγίτες. Ο θόλος και τα τόξα είναι κτισμένα μόνο με πλίνθους. Η στέγη διαρθρώνεται σε τρία επίπεδα, ένα στη βάση του θόλου, ένα δεύτερο λίγο ψηλότερα και το τρίτο αποτελεί η κωνική, κύρια στέγη του θόλου. Η αρχική είσοδος βρισκόταν στη νότια κόγχη, προς την Καμάρα. Οι δύο πεσσοί που την περιβάλλουν έχουν στο εσωτερικό τους σπειροειδείς κλίμακες ανόδου στη στέγη. Πολύχρωμη ορθομαρμάρωση κοσμούσε εσωτερικά το μνημείο ως τη βάση του θόλου.

Η επικράτηση του χριστιανισμού άλλαξε και τη χρήση της Ροτόντας. Κατά πάσα πιθανότητα ο αυτοκράτορας Μ. Θεοδόσιος (379-395), που όρισε τον Χριστιανισμό ως μόνη θρησκεία της αυτοκρατορίας, την μετέτρεψε σε χριστιανικό ναό. Η αλλαγή χρήσης του κτιρίου έφερε και σημαντικές αρχιτεκτονικές αλλαγές. Έτσι, προστέθηκε στα ανατολικά το ιερό και περιμετρικό κλίτος, πλάτους 8 μέτρων, που καταστράφηκε από σεισμό τον 7ο αι. Κατά τον 9ο αι. ανοίχτηκε η δυτική πύλη και σχηματίστηκε νάρθηκας, ενώ στη νότια πύλη προστέθηκε μνημειακό πρόπυλο με δύο παρεκκλήσια, ένα κυκλικό ανατολικά και ένα οκταγωνικό δυτικά. Ο τρούλος, οι καμάρες των κογχών και τα ανοίγματα των φεγγιτών διακοσμήθηκαν με εντοίχια πολύχρωμα ψηφιδωτά, ενώ ο κυλινδρικός τοίχος ως τη βάση του θόλου επενδύθηκε με πολύχρωμες μαρμάρινες πλάκες.

Ο ναός αφιερώθηκε στον Χριστό -Δύναμις του Θεού ήταν πιθανόν το πρώτο όνομά του- ή κατά την επικρατέστερη άποψη στους Ασωμάτους (Αρχαγγέλους.) Φαίνεται ότι χρησιμοποιήθηκε ως Μητρόπολη της Θεσσαλονίκης το διάστημα από τον 10ο ως τον 12ο αι. και τον 16ο αιώνα (1523/24-1590/91). 

Το 1590-91 ο ναός μετατράπηκε σε τζαμί από τον Sinan Pasa και τον σεΐχη του κοντινού τεκέ των δερβισήδων Hortaci Syleyman Edendi από τον οποίο πήρε και την ονομασία Hortac Edendi τζαμί. Επήλθαν νέες αρχιτεκτονικές αλλαγές. Υψώθηκε μιναρές ύψους 35,85 μ., που κτίστηκε μέσα στην κατεστραμμένη περιμετρική στοά, κτίστηκε το σιντριβάνι στα δυτικά του ναού και τα προστώα της δυτικής και νότιας εισόδου. Την ίδια εποχή το μνημείο αναφέρεται και ως Παλαιά Μητρόπολη ή Eski Metropol, ενώ Ροτόντα την ονομάζουν οι ξένοι περιηγητές του 18ου και 19ου αι.

Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης κατά το 1912 και μέχρι το 1914 το μνημείο αφιερώθηκε στη λατρεία του Αγίου Γεωργίου από το παρακείμενο ομώνυμο εκκλησάκι και μετόχιο της αγιορειτικής μονής Γρηγορίου. Στη συνέχεια συνδέθηκε με την Στρατιά της Ανατολής και τον γνωστό πολεοδόμο αρχιτέκτονα Ερνέστο Εμπράρ, ο οποίος πραγματοποίησε ανασκαφικές έρευνες τόσο στον εσωτερικό χώρο του όσο και στην αυλή του. Το 1917 προτάθηκε να λειτουργήσει ως Μακεδονικό Μουσείο.

Κατά καιρούς έπαθε σοβαρές ζημιές από σεισμούς, όπως και το 1978, επισκευάστηκε βέβαια, αλλά αλλοιώθηκε σε αρκετά μέρη.

Ο ψηφιδωτός διάκοσμος

Τα εξαίρετης ωραιότητας ψηφιδωτά της Ροτόντας —τα αρχαιότερα της ανατολής— είναι έργο λαμπρού καλλιτεχνικού εργαστηρίου της Θεσσαλονίκης και αποτελούν τα λείψανα από την παλαιοχριστιανική φάση του μνημείου.

Στην καμάρα της ΝΑ κόγχης πλατιές ταινίες και κύκλοι σχηματίζουν οκτάγωνα που περικλείουν πουλιά και καρπούς, ενώ την πλατιά ταινία που ορίζει το ψηφιδωτό την αποτελούν πίνακες που παριέχουν βάζα με λουλούδια και πανέρια με καρπούς. Στην καμάρα της Ν κόγχης πάνω σε ασημένιο κάμπο και γύρω από χρυσό σταυρό στο κέντρο απλώνονται άνθη, πουλιά, αστέρια και καλάθια με καρπούς. Στη Δ κόγχη τεμνόμενοι κύκλοι διανθίζονται με πουλιά και καλάθια με καρπούς, τα οποία γεμίζουν τα τετράγωνα και τους κύκλους που συνιστούν την πλατιά ταινία της παρυφής. Με ανάλογη ποικιλία κοσμούνται και τα τόξα των φεγγιτών.

Ο θόλος διαιρείται σε τρεις ζώνες και περιλαμβάνει μιαν παράσταση δοξολόγησης του Χριστού από την ουράνια και την επίγεια Εκκλησία.

Η χαμηλότερη ζώνη χωρίζεται με διακοσμητικές ταινίες από επάλληλα φύλλα άκανθας σε οκτώ διάχωρα. Στο ανατολικό διάχωρο που καταστράφηκε με την κατάρρευση αυτού του τμήματος του θόλου, υπάρχει σήμερα ζωγραφική απομίμηση ψηφιδωτού του Ιταλού ζωγράφου Rossi φιλοτεχνημένη το 1889. Στο βάθος κάθε διάχωρου υψώνονται διώροφα οικοδομήματα διακοσμημένα με μαργαριτάρια και πολύτιμους λίθους ενώ ανάμεσά τους ξεπροβάλλουν περίτεχνα κιγκλιδώματα, πολυτελή παραπετάσματα, ευαγγέλια, αναμμένες λαμπάδες και κανδήλες, παραδείσια πτηνά. Μπροστά από τα οικοδομήματα παρατάσσονται δεκαπέντε μάρτυρες σε στάση δέησης. Οι επιγραφές που τους συνοδεύουν δίνουν το όνομα, την ιδιότητά τους, καθώς και τον μήνα εορτασμού τους. Είναι στρατιωτικοί άγιοι, επίσκοποι, ιερείς, ιατροί, ένας αυλητής κι ένας υπηρέτης, όλοι με καταγωγή από την Ανατολή, συνθέτοντας ένα εικονογραφημένο ημερολόγιο.

Από τη δεύτερη ζώνη έχουν απομείνει μόνο ζεύγη ποδιών που φορούν σανδάλια και πατούν σε χλόη. Ίσως παριστάνονταν άγγελοι ή απόστολοι.

Από την τρίτη ζώνη σώζονται τα κεφάλια τριών αγγέλων —θα εικονίζονταν τέσσερις— και ο φοίνικας, το μυθικό πουλί που συμβολίζει την αθανασία και την αιωνιότητα. Οι άγγελοι σηκώνουν στα χέρια τους μια τριπλή δόξα από αστέρια, στεφάνι με φύλλα και καρπούς και πολύχρωμη ίριδα. Μέσα στη δόξα, από το προσχέδιο με κάρβουνο που διακρίνεται στις πλίνθους του θόλου, γίνεται φανερό ότι εικονιζόταν ο Χριστός όρθιος, κρατώντας σταυροφόρο ράβδο.

Στα τέλη του 9ου αι. τοιχογραφήθηκε η κόγχη του Ιερού Βήματος με την παράσταση της Ανάληψης. Οι μορφές αναπτύσσονται σε δύο ζώνες: στην κατώτερη η Παναγία, οι άγγελοι και οι απόστολοι ,και στην ανώτερη ο αναλαμβανόμενος Χριστός σε δόξα που κρατούν άγγελοι.

Το κείμενο επιμελήθηκε ο μαθητής Κωνσταντίνος Παγαρτάνης

Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ ooounesco2

 

Γαλεριανό συγκρότημα. Μια εικονική περιήγηση. Υλοποιήθηκε από την Εφορεία Αρχαιοτήτων πόλης Θεσσαλονίκης

Πηγή μεγάλου μέρος των φωτογραφιών και της εικονικής περιήγησης: Γαλεριανό συγκρότημα



Βιβλιογραφία-Δικτυογραφία
Ε. Κουρκουτίδου-Νικολαΐδου και Α. Τούρτα, Περίπατοι στη Βυζαντινή Θεσσαλονίκη, εκδ. ΚΑΠΟΝ, Αθήνα, 1997
Ν. Κ. Μουτσόπουλος (εποπτεία έκδ.) Θεσσαλονίκη, Ιστορία της Πόλης και του Δήμου, εκδ. Αλέξανδρος, 2002
Απόστολος Παπαγιανόπουλος, Ισορία της Θεσσαλονίκης, εκδ. Ρέκος
Φ. Αθανασίου – Β. Μάλαμα – Μ. Μίζα – Μ. Σαραντίδου, Η αποκατάσταση των ερειπίων του Γαλεριανού συγκροτήματος στη Θεσσαλονίκη (1994-2014). Τεκμηρίωση και επεμβάσεις, Α΄, Β΄, Θεσσαλονίκη 2015
Γαλεριανό Συγκρότημα, Εξερευνώντας τον κόσμο του Βυζαντίου
Γαλεριανό Συγκρότημα Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης
Γαλεριανό Συγκρότημα, Οδυσσέας, Δικτυακός χώρος Υπουργείου Πολιτισμού